Η αυλή χορταριασμένη η έρμη κι ο αδερφός σου νηστικός κι ανήμπορος. Οι άλλες αυλές ολούθε πλούσιες και φροντισμένες με πλήθος λούλουδα και δέντρα. Καταπιαστήκατε με το σκάλισμα, με το ξεχορτάριασμα κι γίνηκεν η αυλή σας καθαρή. Έβανες μιαν ελιά στο νοτιά να την εβλέπει ο ήλιος. Έβανες απάνου στο βράχο βοτάνια και καμπόσο στάρι χρυσαφένιο στο βορρά να φτιάνεις αλεύρι και ψωμί.
Μετά ο αδερφός σου ζήλεψε τους κήπους των πλουσίων, κι επήρε το μπόγο του και των ομματιών του και ξενιτεύτηκε εις μίαν νύχταν όλο κι όλο. Απόμεινες μόνος να καλλιεργείς τη μικρή σου αυλή, απ’ την ελιά το λάδι και λίγο ξεροκόματο να ζεις ίσα ίσα. Μα σιγά σιγά, με τον καιρό η αυλή σ’ έδινε πιότερα. Τον κόπο σου τον έγλεπε. Την αγάπη την έκαμε σοδειά και απλόχερα σε χόρταινε με τα δώρα της η γη.
Μετά ο αδερφός σου ζήλεψε τους κήπους των πλουσίων, κι επήρε το μπόγο του και των ομματιών του και ξενιτεύτηκε εις μίαν νύχταν όλο κι όλο. Απόμεινες μόνος να καλλιεργείς τη μικρή σου αυλή, απ’ την ελιά το λάδι και λίγο ξεροκόματο να ζεις ίσα ίσα. Μα σιγά σιγά, με τον καιρό η αυλή σ’ έδινε πιότερα. Τον κόπο σου τον έγλεπε. Την αγάπη την έκαμε σοδειά και απλόχερα σε χόρταινε με τα δώρα της η γη.
Στην αυλή μου |
Έρχονταν κι ο αδερφός σου, γιατί πεθύμαγε σένα και την αυλή. Και σαν πάταγε το ποδάρι του στο χώμα, έπεφτε ολόκληρος άντρας στα γόνατα κι έκλαιγε με δάκρυ κι αίμα. Όσο φανταχτεροί κι αν ήταν οι κήποι οι άλλοι που διάβαινε, σαν τούτη την αυλή δεν ήταν κανένας! Και σ’ ευχαριστούσε ο αδερφός σου που μένεις και φροντίζεις την αυλή, καθώς δίχως εσένα πάλι θα ρήμαζε από την αγριάδα.
Σ’ έμαθαν στη γειτονιά. Άλλος σε γύρεψε λάδι , άλλος γύρεψε να πάρει λίγο από το χώμα της αυλής κι άλλος ζήτησε να κοιμάται κει χάμω από το δέντρο το αιωνόβιο. Και συ τον άφησες. Κι όταν σε έκλεβε τα βράδια την ελιά τον άφηνες. Κι όταν δεν απόμεινε χώμα να βάνεις σπαθόχορτο να γειάνουν οι πληγές του αδερφού σου ήταν αργά. Στα πήρε όλα κείνος που είχες για φίλο.
Κείνος τώρα λέει ότι δεν τον εδέχτηκες και δε τον εφίλεψες . Κείνος λέει ότι είσαι μισάνθρωπος κι εγωιστής. Κείνος λέει ότι δεν αγαπάς εσύ, κι ότι θες την αυλή σου για τον εαυτό σου. Και συ σιωπάς ακόμα. Κι όσο σιωπάς η αυλή ρημάζει. Κι όσο σιωπάς ο αδερφός σου αργοπεθαίνει. Κι όσο σιωπάς κείνος γελάει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου