Τρίτη 4 Ιουλίου 2017

Τα παιδιά του εμφυλίου


Τα παιδιά του εμφυλίου
Τα αδέλφια Μάρθα, Κορτέσσα, Χρίστος, Σουλτάνα
Ο εμφύλιος πόλεμος είναι ο χειρότερος από όλους τους πολέμους. Αφήνει μακρόχρονες ανοιχτές πληγές. Οικογένειες ξεκληρίζονται. Αδέλφια αλληλοσπαράζονται. Παιδιά μένουν ορφανά. Αδέλφια αγαπημένα χωρίζουν και ζούν για χρόνια μακριά, χωρίς να έχουν επαφή για αρκετά χρόνια ή δεν ανταμώνουν ποτέ. Οικογένειες ξεθεμελιώνονται από τις εστίες τους, παίρνουν τον δρόμο της προσφυγιάς, χωρίς να γυρίσουν ποτέ και αρκετοί πεθαίνουν σε τόπους αλαργινούς.
Μαύρα τα ρούχα της κάθε μάνας που έχει περάσει απο τέτοια φρίκη. Τα παιδιά του εμφυλίου δεν γνώρισαν μελίρρυτο φιλί και χάδι.

Η χώρα μας έχει δοκιμαστεί επανειλημμένως.Το συνολικό κόστος του εμφυλίου (1946- 1949) τεράστιο. Ο μεγαλύτερος φόρος αίματος απο την ίδρυση του ελληνικού κράτους. Οι νεκροί του εμφυλίου, σύμφωνα με επίσημες στατιστικές υπολογίζονται στους 40.000, ενώ ανεπίσημα πολλοί μελετητές αναφέρουν για 150.000. Άλλοι 100.000 εγκαταστάθηκαν στη Ανατολική Ευρώπη και περίπου 700.000 έλληνες ξεριζώθηκαν από τα σπίτια τους, για να φτιάξει Εθνικός Στρατός «νεκρές ζώνες» ώστε να απομονωθούν οι μαχητές του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας, να μην μπορούν να ανεφοδιάζονται , ούτε να κάνουν στρατολογίες. Καταστράφηκαν σχεδόν ολοκληρωτικά οι παραγωγικές δομές της χώρας. Χάθηκαν επίσης 1.480.669 ζώα.

Δεν θέλω να κάνω ιστορική αναδρομή, ούτει να αναφερθώ στα αίτια του εμφυλίου. Θέλω να σταθώ στην ανθρώπινη διάσταση, στην προσφυγιά και την ορφάνια.
Να αφήσω τους ίδιους να μας μιλήσουν, για όσα πέρασαν κάτω απο αντίξοες συνθήκες. Να ξαναζωντανέψουν οι μνήμες μέσα απο ιστορίες που μας έκαναν να δακρύσουμε. Μόνο έτσι θα καταλάβουμε την ψυχοσύνθεση των ανθρώπων αυτών, αλλά και τι σημαίνει εθνική διχόνοια.

Σήμερα θα σας εξιστορήσω μια οικογενειακή περιπέτεια απο τα χρόνια εκείνα, όπως μου την περιέγραψε η μητέρα μου και αφορά τη δική της οικογένεια.               

                                                 Περιγράφει η Μάρθα Πουτουλούδη

Ονομάζομαι Μάρθα, γεννήθηκα το 1945 και ήμουν το δεύτερο παιδί της οικογενείας. Τα άλλα αδέλφια μου ήταν η Κορτέσσα (1943), η Σουλτάνα (1947) και τέλος προστέθηκε στην οικογένεια ο Χρίστος (1955).
Ο πατέρας μου, Γιώργος Κουτιανίδης, μαχητής του ΕΛΑΣ, υπήρξε θύμα του 
εμφυλίου. Ήταν 20 χρονών το 1947, όταν προσπάθησε να τραβήξει κάποιον φίλο του απο μια βρύση που είχε τραυματιστεί και δέχθηκε τη θανάσιμη σφαίρα. Τρείς σκοτώθηκαν στο ίδιο σημείο. Πληροφορίες αναφέρουν πως ο τρίτος λεγόταν Δούκας Σαλιαρίδης.
Γεώργιος Κουτιανίδης

Η μητέρα μου, η Αργυρώ, από φόβο να μην υπάρξουν και άλλα θύματα, μας πήρε και μας πήγε στη Βουλγαρία.
Η ίδια πήρε το ντουφέκι και έγινε αντάρτισσα. Μετά το τέλος του εμφυλίου πήγε στην πόλη Dimitrovgrad.
Δούλεψε σε εργοστάσιο της πόλης μέχρι το 1955, χωρίς να έχει επαφή με τα παιδιά της μέχρι τότε. Μεγαλώσαμε σε διαφορετικά ίδρύματα. Εγώ βρέθηκα στην πόλη Stara Zagora και μετά στην Pabel Banya. Δεν γνώριζα που ήταν οι αδελφές μου. Κάπου - κάπου ερχόταν κάποιος κύριος να με δεί. Μου ΄δινε μπισκότα και πάντα έβλεπα στα μάτια του δάκρυα. Αργότερα έμαθα ότι ήταν ο παππούς μου, ο Χρίστος, ο οποίος μαζί με άλλους άνδρες του χωριού βρισκόταν στη Βουλγαρία.
Η μάνα μου σε αυτήν τη περίοδο ξαναπαντρεύτηκε και έκανε ακόμη ένα παιδί τον Χρίστο (1955). Ο δεύτερος άντρας της ήταν αιχμάλωτος πολέμου και γνωρίστηκαν στο εργοστάσιο που δούλευε.
Οι δυο αδελφές Σουτάνα και Μάρθα (1962)

Με τις αδελφές μου ξανασυναντήθηκαμε το1955, όταν κατόπιν διαταγής, μπορούσαν να επιστρέψουν οι αιχμάλωτοι του εμφυλίου στις πατρίδες τους.
Θυμάμαι όταν μου ανακοίνωσαν πως θα φύγω, έκλαιγα ασταματάτητα. Η μάνα μου μας συγκέντρωσε και μαζί με τον άνδρα της επιστρέψαμε μέσω Τουρκίας στη Θεσσαλονίκη. Μετά απο μικρή παραμονή δυο ημερών σε στρατόπεδο, μας γύρισε πίσω στο χωριό Χιονάδες και μας άφησε στη γιαγιά μας. Η ίδια έφυγε για τη Θεσσαλονίκη. 
Γύρισε μετά από ένα χρόνο και πήρε τη μικρότερη, την Σουλτάνα και ξαναέφυγε. Λόγω φτώχειας, η Σουλτάνα υιοθετήθηκε από άλλη οικογένεια. Κανείς απο τα άλλα αδέλφια δεν γνώριζε που βρισκόταν. Μόνο η μάνα μου γνώριζε, η οποία μάλιστα την έβλεπε κρυφά όταν πήγαινε στο σχολείο.
Το πίσω μέρος της φωτογραφίας

Με την Σουλτάνα ξανασυναντήθηκα το 1962, λίγο πριν φύγω για τη Γερμανία. Μας έφερε σε επαφή η μητέρα μου, καθώς γνώριζε που βρισκόταν και ύστερα απο παρακάλια. Η ίδια εκπαιδευόταν ως κομμώτρια. Ήταν πανέμορφη! Μεγάλωσε με περισσή αγάπη με τους θετούς γονείς της. Βγάλαμε μια αναμνηστική φωτογραφία σε ένα πάρκο που ακόμη την φυλάω. Πίσω είχε τυπώσει κάποια συγκινητικά λόγια που τα διάβαζα συχνά στην ξενιτιά.
Απο το 1978, όταν επέστρεψα απο τη Γερμανία, άρχισα να έχω πιο συχνές επαφές και μέσω αλληλογραφίας.
Η Σουλτάνα παντρεύτηκε, έκανε τρία παιδιά και σήμερα έχει και 7 εγγόνια.
Η Σουλτάνα  ευτυχισμένη νυφούλα

Η άλλη αδελφή μου, η Κορτέσσα ζεί στην Αθήνα και δεν έχουμε χάσει ποτέ επαφή, όπως και με τον αδελφό μου τον Χρίστο.

Με λίγα λόγια αυτή είναι η ιστορία της μάνας μου. Μια ιστορία με αδέλφια που ξανάσμιξαν.
Πόσα όμως αδέλφια είχαν την ίδια τύχη; Πόσα παιδιά χάθηκαν στον εμφύλιο;
Τώρα θα μου πείτε, γιατί σας τα αναφέρω, αφού είναι μια οικογενειακή ιστορία;
Ο λόγος είναι, για να μην επιτρέψουμε να επαναληφθούν τα ίδια.
Ποτέ ξανά! Ποτέ ξανά εμφύλια πάθη!
Η Αργυρώ





Την προσφυγιά τη ζούμε και σήμερα. Δεν είμαστε εμείς, είναι κάποιοι άλλοι..Δεν έχει σημασία απο που έρχονται, που πηγαίνουν. Οι άνθρωποι είναι άνθρωποι και πρέπει να κάνουμε ό,τι περνάει απο το χέρι μας να παραμείνουν άνθρωποι!




Μέρος απο την αλληγραφία

Ευτυχισμένες οικογενειακές στιγμές


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου